Ορχεοεπιδιδυμίτιδα

Όλες τις φλεγμονώδεις καταστάσεις που αφορούν τις επιδιδυμίδες και τους όρχεις περικλείονται στον γενικό όρο της όρχεοεπιδιδυμίτιδος. Τις περισσότερες φορές είναι αποτέλεσμα ανιούσας λοίμωξης από την ουρήθρα και τον προστάτη και αφορούν μεμονωμένα την επιδιδυμίδα ( επιδιδυμίτιδα). Συνήθως ενοχοποιούνται GRAM (-) μικρόβια και σπανιότερα άτυπα μικρόβια, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα όπως τα χλαμύδια, το μυκόπλασμα και το ουρεόπλασμα. Όταν η οξεία επιδιδυμίτιδα δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως μπορεί να προκαλέσει απόστημα ή ακόμη και γάγγραινα του οσχέου. Ενώ εάν δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς και παραμεληθεί περαιτέρω τότε μεταπίπτει σε χρόνια και μπορεί να οδηγήσει σε υπογονιμότητα.

Η οξεία φλεγμονή του όρχεως ή οξεία ορχίτιδα προκαλείται συνήθως από αιματογενή διασπορά της φλεγμονής από απομακρυσμένες εστίες και η πιο συνηθισμένη αιτία σε νεαρά αγόρια είναι η παρωτίτιδα (μαγουλάδες). Η κυριότερη επιπλοκή της είναι η υπογονιμότητα λόγω βλάβης στην σπερματογένεση και σαν πρόληψη προτείνεται ο εμβολιασμός κατά του ιού μετά το πρώτο έτος.

Οι όρχεοεπιδιδυμίτιδες εκδηλώνονται με παρόμοια κλινική εικόνα, με επώδυνη διόγκωση του οσχέου, με φλεγμονή και πυρετό.

Εκτός από την κλινική διάγνωση και τον υπερηχογραφικό έλεγχο από τον Ουρολόγο, διενεργούνται και εργαστηριακές εξετάσεις αίματος και ούρων.

Για την θεραπεία της ορχεοεπιδιδυμίτιδας χορηγούνται φάρμακα που ανταποκρίνονται στο είδος του μικροβίου που την προκαλεί καθώς και αντιφλεγμονώδη σκευάσματα.

ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ