Νευρογενείς διαταραχές της ουροδόχου κύστεως

Οι νευρογενείς διαταραχές της ουροδόχου κύστεως είναι παθολογικές λειτουργικές διαταραχές της κύστεως και αντικείμενο μελέτης της Νευροουρολογίας. Η νευρογενής ουροδόχος κύστη με εμφάνιση υπερδραστηριότητας, υποσυστολίας ή ατονίας ή ακόμη και δυσενέργειας κατά την ούρηση, αποτελούν παθολογικές λειτουργικές καταστάσεις που επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ούρησης των ασθενών και δημιουργούν πολλές φορές σοβαρά προβλήματα τόσο από το κατώτερο όσο κι από το ανώτερο ουροποιητικό.

Οι νευρογενείς διαταραχές της κύστεως, μπορεί να οφείλονται είτε σε συγγενείς Νευρολογικές παθήσεις (π.χ μηνιγγομυελοκήλη), είτε σε επίκτητες νευρολογικές παθήσεις (Νόσος Parkinson, εγκεφαλικό επεισόδιο, σκλήρυνση κατά πλάκας, τραυματισμός νωτιαίου μυελού). Μπορεί να είναι η αιτία για μια πληθώρα προβλημάτων από το ουροποιητικό, όπως η ακράτεια των ούρων, η ατελής ή και πλήρης αδυναμία κένωσης της ουροδόχου κύστεως με επακόλουθες συνέπειες τις λοιμώξεις, την λιθίαση ή και την έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας και της ποιότητα ζωής αυτών των ασθενών.

Η διάγνωση στην υποψία νευρογενών διαταραχών της κύστεως γίνεται με την λήψη ιστορικού, ημερολογίου ούρησης (όπου είναι εφικτό) και την πλέον εξειδικευμένη εξέταση γι’ αυτές τις περιπτώσεις, την ουροδυναμική μελέτη. Πρόκειται για μια επεμβατική εξέταση κατά την οποία καταγράφονται και λαμβάνονται πληροφορίες για την λειτουργική συμπεριφορά της ουροδόχου κύστεως, ενώ παράλληλα γίνεται και η ακριβής διάγνωση του προβλήματος. Για την διεκπεραίωση της μελέτης απαιτείται η συνεργασία και η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς.

Ακράτεια των ούρων

Η ακούσια παρά τον έλεγχο μας διαφυγή ούρων χαρακτηρίζεται ως ακράτεια. Υπάρχουν τρεις μορφές ακράτειας ούρων: η επιτακτικού τύπου ακράτεια, η ακράτεια από προσπάθεια και η μικτού τύπου. Στην επιτακτικού τύπου ακράτεια η ανάγκη προς ούρηση είναι τόσο έντονη και ξαφνική, με τον/την ασθενή να μην προλαβαίνει να πάει για να ουρήσει. Το αποτέλεσμα είναι η μερική ή και ολική κάποιες φορές απώλεια των ούρων. Η επιτακτικού τύπου ακράτεια σχετίζεται με υπερδραστηριότητα της κύστεως και θεραπεύεται φαρμακευτικά. Αυτή αποτελεί και την πιο συνηθισμένη μορφή και συναντάται συνήθως σε ηλικίες άνω των πενήντα ετών, σε άτομα με νευρολογικές παθήσεις, δισκοπάθειες, χρόνια φλεγμονή της κύστεως, σε άντρες με συμπωματική υπερπλασία και συνοδό χρόνια φλεγμονή του προστάτη και σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.

Η «ακράτεια από προσπάθεια» χαρακτηρίζεται από ακούσια διαφυγή ούρων μετά από άρση βάρους, γέλιο, βήχα ή φτέρνισμα, καταστάσεις δηλαδή που αυξάνουν στιγμιαία την ενδοκοιλιακή πίεση. Οφείλεται σε ανατομικές και λειτουργικές αλλαγές που συμβαίνουν στην περιοχή της ουρήθρας και της πυέλου κι εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες λόγω χαλάρωσης του πυελικού εδάφους. Η παχυσαρκία, οι πολλαπλοί τοκετοί, η εμμηνόπαυση, είναι μερικοί παράγοντες που προδιαθέτουν στην ακράτεια. Η μικτού τύπου ακράτεια ούρων όπου ο/η ασθενής μπορεί να εμφανίζει ακράτεια ούρων και των δύο μορφών, τόσο επιτακτικού τύπου όσο και προσπαθείας, θέλει ιδιαίτερη προσοχή τόσο στην διάγνωση όσο και στην αντιμετώπιση της προεξάρχουσας μορφής. Υπάρχει και μία ακόμη μορφή ακράτειας η λεγόμενη από ‘’υπερχείλιση’’ η οποία συναντάται μόνο σε ασθενείς με αποφρακτική ουροπάθεια και χρόνια επίσχεση ούρων, όπου στην ουσία έχουμε ακούσια διαφυγή μικρών ποσοτήτων ούρων από την ουροδόχο κύστη λόγω υπερδιάτασης και ‘’υπερχείλισης’’.

Θεραπεία της ακράτειας ούρων

ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ