Γάγγραινα οσχέου (Νόσος Fournier)

Η γάγγραινα του οσχέου αποτελεί μια επείγουσα, βαριά, πολυμικροβιακή και ταχέως εξελισσόμενη νεκρωτική φλεγμονή των γεννητικών οργάνων και του περινέου με μεγάλη θνητότητα (20% κατά μέσο όρο, μπορεί να είναι μεγαλύτερη σε βαρύτερες περιπτώσεις).

Η αρχική εστία προέλευσης της φλεγμονής μπορεί να εντοπίζεται στο ουροποιογεννητικό σύστημα, στην ορθοπρωκτική χώρα ή στο δέρμα του περινέου. Συνήθως στις καλλιέργειες απομονώνονται αερόβιοι και εναερόβιοι μικροργανισμοί (στρεπτόκοκκοι, σταφυλόκοκκοι, κλωστηρίδια).

Η γάγγραινα Fournier εμφανίζεται συνήθως σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, πάσχοντες από AIDS ή αιματολογικές νόσους που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, μεταμοσχευθέντες και αλκοολικούς ασθενείς με κοινό παρονομαστή την κακή υγιεινή και διατροφή. Επίσης, σε ασθενείς με αποστήματα και συρίγγια της ορθοπρωκτικής περιοχής, τραυματισμούς και επεμβατικούς χειρουργικούς χειρισμούς για την αντιμετώπιση στενωμάτων της ουρήθρας.

Η φλεγμονή αρχικά αναπτύσσεται στην πύλη εισόδου των μικροοργανισμών και μπορεί να μη γίνει αντιληπτή. Συνήθως εμφανίζεται τοπική φλεγμονής, πόνος, οίδημα και ερυθρότητα. Πολύ γρήγορα το δέρμα γίνεται κυανωτικό με σχηματισμών φλυκταινών που μετατρέπονται σε σχισμές. Τελικά, η φλεγμονή επεκτείνεται προκαλώντας νέκρωση του δέρματος, των ιστών και των εν τω βάθει περιτονίων του οσχέου και του πέους. Μπορεί να επεκταθεί ταχύτατα προς την κοιλιά, την κύστη και τον βουβωνικό πόρο, με συμπτώματα κεφαλαλγίας, υψηλό πυρετό, ρίγος και κακουχία που προκαλεί η σήψη. Εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα ή εάν ο ασθενής δεν ανταποκριθεί στη θεραπεία, τότε πεθαίνει από πολυοργανική ανεπάρκεια.

Η διάγνωση γίνεται κυρίως με την κλινική εξέταση και τον ακτινολογικό έλεγχο. Το υπερηχογράφημα του οσχέου αποκαλύπτει το διάχυτο οίδημα, ενώ απαιτούνται αιματολογικές εξετάσεις και καλλιέργειες από τις φλεγμαίνουσες περιοχές με άμεση χορήγηση ισχυρής αντιβίωσης. Αναλόγως με την κλινική ανταπόκριση του ασθενούς και τα αποτελέσματα των καλλιεργειών, γίνεται τροποποίηση της θεραπευτικής αγωγής και ενδοφλέβια ενυδάτωση για την υποστήριξη των ζωτικών λειτουργιών, ενώ μπορεί ο ασθενής να πρέπει να νοσηλευθεί σε ΜΕΘ.

Η επείγουσα χειρουργική επέμβαση με ευρεία εκτομή και καθαρισμό όλων των νεκρωμένων ιστών αποτελεί συνήθως την πιο επιτυχή αντιμετώπιση. Πολλές φορές, χρειάζεται προσωρινή εκτροπή των ούρων και των κοπράνων για να αποφευχθεί η επιμόλυνση των τραυμάτων, ενώ μπορεί να απαιτηθούν επαναλαμβανόμενοι χειρουργικοί καθαρισμοί.

ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ